Αν και η ιδέα της «πρωινής γυμναστικής» με άδειο στομάχι δεν είναι καινούργια, το «κίνημα» αυτό σήμερα αποκτά όλο και περισσότερους φανατικούς οπαδούς. Όλοι όσοι έχουν δοκιμάσει έστω και για λίγο να ασκηθούν νηστικοί το πρωί, βλέπουν πολύ γρήγορα αποτελέσματα στο σώμα τους, που τους ενθαρρύνουν να συνεχίσουν.
Ας δούμε ποια μυστικά μεταβολικά και ορμονικά μονοπάτια οδηγούν σε αυτό.
Αρχικά, θα πρέπει να θυμηθούμε ότι το ανθρώπινο σώμα διαθέτει φυσιολογικούς μηχανισμούς, που συνήθως από τις 4:00πμ μέχρι τις 10:00πμ, ανάλογα με τον κάθε άνθρωπο, βρίσκεται σε μια κατάσταση αποβολής τοξινών, ενώ αυτός ο «αποτοξινωτικός» κύκλος στα παιδιά συνήθως τελειώνει πιο νωρίς. Η κατάσταση αυτή ολοκληρώνεται με την πρωινή «επίσκεψη» στην τουαλέτα. Για αυτό τον λόγο, πολλοί από εμάς δεν μπορούν να φάνε πρωινό πολύ νωρίς το πρωί, αλλά αυτή η χρονική περίοδος, μέχρι τις 10:00πμ περίπου, ενδείκνυται για γυμναστική με «άδειο» στομάχι. Τις άλλες ώρες της ημέρας, η γυμναστική πρέπει να γίνεται τουλάχιστον μετά από 3 ώρες από το τελευταίο γεύμα και ίσως με την λήψη ενός σνακ 45-60′ πριν από την έναρξη της άσκησης, γιατί αλλιώς θα μπορούσαν να εμφανιστούν συμπτώματα όπως: μειωμένη αντοχή και επιδόσεις, υπόταση, ζαλάδες ακόμα και λιποθυμικά επεισόδια.
Πριν από την άσκηση, αν έχουμε καταναλώσει κάποιο γεύμα ή σνακ, θεωρητικά, η ενέργεια και οι πρωτεΐνες του γεύματος θα τροφοδοτήσουν τους μύες μας να συσπαστούν και να περιοριστούν πιθανοί τραυματισμοί και στην συνέχεια ο οργανισμός μας θα προχωρήσει στην καύση λίπους για την εξεύρεση ενέργειας. Αυτό μπορεί να είναι χρήσιμο σε περιπτώσεις που επιθυμούμε αύξηση μυϊκής μάζας, που σίγουρα θα τονώσει έμμεσα τον μεταβολισμό, αλλά ίσως να μην βοηθά ιδιαιτέρα την καύση σωματικού λίπους. Ο οργανισμός σκέπτεται «έξυπνα» και στρέφεται σε πηγές, που μπορούν να το τροφοδοτήσουν με ενέργεια ποιο γρήγορα και με το λιγότερο μεταβολικό κόστος, όπως η γλυκόζη του αίματος, το αποθηκευμένο γλυκογόνο και στο τέλος το σωματικό λίπος.
Βέβαια, όπως όλα τα πράγματα στο ανθρώπινο σώμα, έτσι και ο μεταβολισμός μας δεν είναι τόσο απλός, αλλά επηρεάζεται και από άλλους παράγοντες, όπως οι ορμόνες.
Μετά την κατανάλωση υδατανθράκων και σε μικρότερο πρωτεϊνών, το σώμα απελευθερώνει «ινσουλίνη», που σαν μαγικά «χεράκια», αρπάζει την κυκλοφορούσα γλυκόζη και την εισάγει στα κύτταρα, ρυθμίζοντας έτσι τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα. Η ινσουλίνη όμως, είναι μια ορμόνη που ευνοεί την αποθήκευση του λίπους. Όταν η ινσουλίνη στο αίμα είναι αυξημένη, συνήθως για 2-3 ώρες μετά το γεύμα, αλλά και σε καταστάσεις παθολογικής υπερινσουλιναιμίας, το σώμα δεν θέλει να κινητοποιήσει το αποθηκευμένο λίπος για να το κάψει, ακόμα και αν εμείς ασκούμαστε.
Μια άλλη ορμόνη που επηρεάζει άμεσα τον μεταβολισμό του λίπους είναι η «αυξητική ορμόνη», η οποία διεγείρει και την μυϊκή ανάπτυξη. Η ινσουλίνη και αυξητική ορμόνη είναι δυο ορμόνες που δρουν ανταγωνιστικά και επομένως όταν η μια ορμόνη είναι αυξημένη, θα κατασταλεί η άλλη ορμόνη.